Με το σούρουπο και πριν ο ουρανός μαυρίσει, φθάνοντας τη μύτη της ανατολικής πλευράς του φυσικού λιμανιού, αυτής με τα πεύκα, φάνηκε ένα ολόγιομο φεγγάρι να ασημίζει την τρεμουλιασμένη επιφάνεια της θάλασσας. Χρειαζότανε ένας Σεφέρης, ένας Παπαδιαμάντης για να περιγράψει την τόση ομορφιά, ένας Χατζηκυριάκος-Γκίκας να την ζωγραφίσει. Μια βάρκα πέρασε αργά από κάτω κάνοντας συρτή και μια αγγλίδα τουρίστρια, μιας κάποιας ηλικίας, καθισμένη στο παγκάκι ψιθύριζε εκστατικά "well, well, well". Δυο νέοι πέρασαν κάνοντας τζόγκινγκ και κάποιο θόρυβο αταίριαστο με το περιβάλλον. Μια μικρή αλεπουδίτσα χώθηκε στο δασάκι αφού έκλεψε ότι μπορούσε με το βλέμμα της.
Ποιός είπε πως τα ζώα δεν νοιώθουνε την ομορφιά ;
Γϋρισα σπιτι και χορτασμένος ομορφιά κι έβαλα ν΄ακούσω Schubert με τα μαγικά δάκτυλα της Valentina Lisitsa. Εκλεισα τα μάτια. Δεν ήθελα να βλέπω τίποτε άλλο εκτός από σένα, μα δεν ήσουνα εδώ