Καλως ήλθατε από τον Τζι

Το προηγούμενο μπλογκ μου είχε την θερμή υποστήριξη της Breeze, βασικότατη πηγή έμπνευσης. Η απώλειά της μου δημιούργησε την ανάγκη για ένα μετερίζι απ' όπου θα μπορώ να ξεπροβάλλω όσο με παίρνει αλλά και να εξαφανίζομαι μέσα σ' αυτό ή να το μεταφέρω όπου θέλω όπως ο πάγουρος, ο Βερνάρδος ο ερημίτης το σπιτάκι του.
Είναι το τίμημα μα και η απόλαυση της μοναξιάς.

Διηγήματα θα βρείτε στην διηγηματοποίηση
και ποιήματα στην ποιηματοποίηση

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Το τρόπαιο





     




Το τρόπαιο ήταν κρεμασμένο στην κεραία του αυτοκινήτου δίπλα από το παράθυρο του οδηγού αλλά πιο ψηλά, έξω από το οπτικό του πεδίο και το είχε ξεχάσει. Το μυαλό του ήταν γεμάτο από τις όμορφες εικόνες και τους ήχους της μέρας. Οδηγούσε εντελώς μηχανικά και βασανιστικά αργά, προσπαθώντας να επιμηκύνει την νιρβάνα που ζούσε. Αναπόφευκτα το αυτοκίνητο έφτασε στο τέρμα της διαδρομής του και μαζί ήρθε και η αναπόφευκτη στιγμή των αποχαιρετισμών. Βγήκε από το αυτοκίνητο και περνώντας μπροστά από το καπό, της άνοιξε την πόρτα. Απέφευγε να πάει από την πίσω πλευρά του αμαξιού ξέροντας πως αυτό το κάνουν οι σωφέρ κι αυτός ήθελε να είναι ευγενικός αλλά όχι δουλικός μαζί της. Αγκαλιάστηκαν αμέσως μόλις βγήκαν κι άρχισαν τα μακρόσυρτα φιλιά τους. Αργά την νύχτα δεν υπήρχε ψυχή να τους δει και κοίταζαν να καλύψουν τον χαμένο καιρό μέσα στο αμάξι όπου το οδήγημα απαιτούσε να χαϊδεύει μόνο ο ένας τα μαλιά του άλλου.
"Θα αργήσεις" του είπε  ξεκολλώντας προσωρινά από πάνω του. 
" Εχεις δίκιο" της απάντησε κι έκανε να φύγει αλλά του έπιασε το χέρι  και οδηγώντας το μέσα από τη φούστα στην γυμνή σάρκα της, τον ρώτησε με λατρεία " Ξέχασες τίποτε ;"

Ηταν τα χαράματα μιας όμορφης καλοκαιρινής μέρας όταν ξεκίνησαν την εκδρομή τους αναζητώντας τη δροσιά στα ψηλά. Είχαν εξασφαλίσει τα άλλοθί τους από τις συμβατικές υποχρεώσεις τους και εξαφανίζοντας στο πίσω μέρος του μυαλού τους τον καθημερινό τους εαυτό ζούσαν κάθε δεκαπέντε μέρες μια μέρα όπως θέλανε, μια ανάσα από την κουραστική ρουτίνα των δεσμεύσεών τους. Ηταν η συμφωνία τους και η προσπάθεια να διαφυλάξουν τη σχέση τους, μια σχέση έξω από τις συμβατικότητες και τα τετριμένα, Μια σχέση στηριγμένη στην απόλυτη ειλικρίνεια και φυσικά ή μάλλον υποχρεωτικά ... παράνομη.
Το αυτοκίνητο κέρδιζε συνεχώς υψόμετρο μέχρι που στα χίλια τετρακόσια ένα συμπαθητικό χωριουδάκι φάνηκε μεσ' στην πρασινάδα. Η ώρα θα πλησίαζε τις δέκα όταν μπήκαν πιασμένοι χέρι-χέρι στο καφενειο του χωριού, γεμάτο από χωρικούς που απολάμβαναν το καφεδάκι τους μετά την πρωϊνή γεωργική εργασία.
Δεν υπήρχε γυναίκα μέσα στο καφενείο-που ακούστηκε τέτοιο πράμα στο χωριό ;- όλες ήτανε στα σπίτια τους ετοιμάζοντας το μεσημεριανό φαΐ κι απλώνοντας τραχανά. Οι καφενόβιοι έτρωγαν με τα μάτια τους την πρωτευουσιάνα με την μίνι φούστα και το βαθύ ντεκολτέ στο στήθος, το μυαλό τους πήγαινε μια στη γυναίκα τους και μια στη κατσίκα τους, ίσως γιατί τους τη θύμιζε στη γύμνια. Ατάραχο το ζευγαράκι διάλεξε ένα γωνιακό τραπεζάκι και παράγγειλε δυο χαμομήλια κι ένα τάβλι. Κάνοντας τον σταυρό του το γκαρσόνι  απομακρύνθηκε να εκτελέσει την παραγγελιά. Σε λίγο όλο το καφενείο ψιθύριζε  κλείνοντας πονηρά το μάτι "Δικοί μας είναι αφού πίνουν χαμομήλι, θα κρυώσανε φαίνεται, το βράδυ είχε ψύχρα στο δασάκι".
Το χαμομήλι άχνιζε και τα ζάρια άστραφταν μα ο αγώνας ήταν άνισος γιατί πέρα από την γνώση η τύχη ήταν μονόπλευρα με τον οδηγό και πριν καλά-καλά κρυώσουν τα ροφήματα το σκορ ήταν κοντά στο πέντε-μηδέν. Ολο το καφενείο παρακολουθούσε, δήθεν αδιάφορα, με την άκρη των ματιών. Η ρέντα συνεχιζότανε κι ένα σαρδόνιο χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη του με την τελευταία ζαριά "Ξέρεις την ποινή για όποιον χάνει με μηδέν, έτσι δεν είναι ;".

 Περίμενε να την δει να σηκώνεται και να βαδίζει προς την τουαλέττα αλλά αυτή ψύχραιμη, με το χαμόγελο στα χείλη και κοιτώντας τον στα μάτια, έβαλε τα χέρια της κάτω από το τραπέζι και τα ξανάβγαλε προσφέροντας του το εσώρρουχό της. Ενας ψίθυρος διέτρεξε το καφενείο απ' άκρη σ' άκρη. Μερικοί δεν είχαν πάρει χαμπάρι τι έγινε και ρωτούσαν ενώ πολλοί αρνιότουσαν να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν. Ελαφρά αμήχανος ο νικητής το βάσταγε στο αριστερό του χέρι μέχρι να πιουν το χαμομήλι τους. Μετά, βγαίνοντας απ΄το καφενείο το έδεσε στην κεραία του αυτοκινήτου, τρόπαιο μιας μέρας. " Θα σου επιστραφεί με το τέλος της ημέρας" της είπε κι αυτή τον φίλησε δίχως ίχνος κακίας. Οι μισοί θαμώνες του καφενείου είχαν βγει έξω από την αίθουσα και τους κοίταζαν. Ενας τους έβρισε αλλά δεν τούδωσαν σημασία, μπήκαν στο αμάξι και συνέχισαν την εκδρομή τους. Είχαν πολλά να κάνουν μεχρι το βράδυ.  

Ξεκρέμασε το εσώρρουχό της και της το έδωσε. Την κοίταζε να το φοράει με κινήσεις ζαρκαδιού και στα μάτια του ξανάπαιξαν οι εικόνες από την υπέροχη μέρα που πέρασε μαζί της. Στο δρόμο για το σπίτι του δάκρυσε. Δεν ήταν τόσο γιατί δεν είχε το θάρρος να της ζητήσει να είναι κάθε μέρα μαζί όσο γιατί ήξερε πως έτσι θα το σκότωνε μια ώρα αρχύτερα. 
Πριν μπει στο σπίτι του σκούπισε τα μάτια του να αποφύγει τις περιττές ερωτήσεις, πήρε το μισοαδιάφορο, χαζοχαρούμενο ύφος του  και είπε στη γυναίκα του πόσο του έλειψε όλη μέρα, αυτό ήταν που ήθελε να ακούσει.



Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Περί του συμπλέγματος φθ-





Από τα διαφυσικά



68 ( Το Φι και το Θήτα)

_____________________________________________________________________

  

   -Εχεις σκεφθεί τη διαφορά έχουν το φι και το θήτα ; ηρώτησεν ο Αντώνιος .

-  Οχι.

-  Πρόσεξε. Δες το όμικρον σαν όρθιο αυγό. Το αυγό συμβολίζει τη ζωή. Στο θήτα ένα βέλος το σπρώχνει σε μιά οριζόντια κίνηση. Η οριζόντια κίνηση φαίνεται να μη σταματά ποτέ.

- Θεός, θάλασσα, θάρρος, είπεν χαμηλοφόνως  ο ιατρός.

- Πολύ σωστά. Στο φι τώρα το αυγό δεν είναι όρθιο κι’  ένα βέλος το πάει προς τα κάτω. Είναι σαν το τέλος μιάς  κίνησης, σαν φόνος. Σκέψου τώρα όσες λέξεις αρχίζουν από φθ. Σαν να ακολουθουν τη συνισταμένη, κινούνται λίγο και πέφτουν.

- Φθόγγος, είπεν ο ιατρός, την απόσβεσιν των ταλαντώσεων, των παραγουσών τον φθόγγον, φέρων εις μνήμην.

- Φθίσις, φθορά, αντέτεινεν ο Αντώνιος.

 -  Φθάνω, είπεν ο ιατρός, την σημασίαν του ρήματος σκεπτόμενος και μη ηδυνάμενος να εύρει ετέραν λέξιν εκ {φθ}.

- Φθόνος, συνεπλήρωσεν ο Αντώνιος,  συναίσθημα που κάπου τελειώνει, είτε έτσι, είτε αλλιώς.

Ο ιατρός παρετήρησεν ότι τα δύο τούτα γράμματα δεν έχουν αντιστοιχίαν εις την λατινικήν, αποδιδόμενα διά των συμπλεγμάτων {ph} και {th} αντιστοίχως. Ενεθυμήθη ότι οι Ρωμαίοι τους Ελληνας ελοιδώρουν ως μη δυναμένους να προφέρουν το {f}. Το ελληνικόν {φ} άλλην προφοράν είχεν, αποδιδόμενον ενίοτε, κατά τόπους, εκ του {β}.

Ο Βουκέφαλος έφερεν επί της κεφαλής του κεχαραγμένον εν {Β} (εξ ου και το όνομά του) εκ καυτηριάσεως προερχόμενον, ως ανήκων εις τον βασιλέα Βίλιππον-Φίλιππον.  Η συζήτησις ήτο ενδιαφέρουσα αλλά και η  νυξ ήτο προκεχωρημένη. Ο Αντώνιος και ο ιατρός δι’ ασπασμών εχωρίσθησαν.

Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2014

Ο κύριος Μάκης

από την διηγηματοποίηση


Ο κύριος Μάκης είναι ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο στον κύκλο του, αυτό είναι το κύριο χαρακτηριστικό του και το μυστικό της επιτυχίας του. Ο κύριος Μάκης είναι εμφανίσιμος αλλά δεν είναι εύκολα προσδιορίσιμος, ακριβώς σαν το όνομά του. Ευκολοχώνευτο το Μάκης αλλά μπορεί να κρύβει από Δημήτρη μέχρι Ευθύμη κι από Σταμάτη μέχρι Χρυσόστομο. Οταν τον ρωτάνε, απαντά αφοπλιστικά " Μα καλά, δεν σας φτάνει το Μάκης ;"

Η ιστορία του είναι απλή. Ο κύριος Μάκης έβγαλε το λύκειο, γνώριζε πάντα μια ξένη γλώσσα από την οποία δεν θα ακούσεις ποτέ να προφέρει ούτε μια λέξη και τρώει πάντα πρώτος απ' όλους στις ταβέρνες. Τρώει με απόλυτη προσήλωση το φαΐ του, σαν να ήταν η δουλειά του, συνήθως κάτι ελαφρύ και εν συνεχεία περιμένει να αρχίσει η κουβέντα. Ποτέ δεν μιλάει πρώτος, εκτός από την τυπικότητα του "τι κάνεις, πως είναι τα παιδιά". Είναι όμως καλός ακροατής στις γενικότητες, ενώ αποφεύγει συστηματικά τις πολιτικές συζητήσεις δηλώνοντας μονόχνωτα "ψηφίζω κουκουέ και δεν συζητώ πολιτικά".

Ο κύριος Μάκης είναι ψηλός για να στέκεται πάνω από τους υφισταμένους του, ωραίος ώστε να μη υποκύπτει στον πειρασμό των γυναικών υπαλλήλων και καλοντυμένος ώστε να αποπνέει ανωτερότητα. Την ανδρική γοητεία του ασκεί και στο κοινωνικό του περιβάλλον, η γυναίκα του ήταν επίσης κάποτε όμορφη και υποτακτική, μερικές γυναίκες των γνωστών του είναι ενδιαφέρουσες τώρα που η δική του έχει τα χρονάκια της και έχει χάσει την πνευματικότητά της από την πολύωρη παραμονή της στην κουζίνα και στο σιδέρωμα. Ο κύριος Μάκης ποτέ δεν ασχολήθηκε με την ανατροφή των παιδιών του, δούλευε πολλές ώρες στην εταιρία και τις Κυριακές πήγαινε κυνήγι ή ψάρεμα με τους κατά καιρούς φίλους του. Ηταν όμως γενναιόδωρος στο χαρτζιλίκι των παιδιών και στα δώρα στην γυναίκα του, οικιακής ή επενδυτικής χρήσεως κυρίως. Στις ολιγοήμερες διακοπές η γυναίκα του κρατούσε τα παιδιά σε απόσταση ακούγοντας τον να λέει "Μη μου μιλάτε αυτές τις μέρες, θέλω να ξεκουραστώ".

Ο κύριος Μάκης εργάζεται σαν μεγαλοστέλεχος σε εμπορικές επιχειρήσεις. Εκεί βρίσκεται στο στοιχείο του και εκεί εκτιμούν τις ικανότητες της προσωπικότητάς του. Στην κοινωνία απλά τον σέβονται. Σιγά-σιγά κτίζεται ένας μύθος γύρω από το όνομά του. Αλλάζει κάθε λίγα χρόνια εταιρία υπογράφοντας νέο συμβόλαιο με καλύτερους όρους στην καινούργια εταιρία. Ο συνηθισμένος του τίτλος είναι διευθυντής προσωπικού αλλά μπορεί να καλυφθεί κάτω και από άλλους τίτλους, η αποτελεσματικότητά του είναι η ίδια. Για την δουλειά του δεν συζητά ποτέ, λέει απλά "Δόξα τω Θεώ, βρήκα αυτή την δουλειά και τα κουτσοκαταφέρνω".

Ο κύριος Μάκης όταν έκτιζε το εξοχικό του μέσα στο δάσος έγινε κολλητός με τον ξάδερφό του. Η γυναίκα του τον είχε δει άλλη μια φορά στον γάμο τους, δεν τον θυμότανε καλά. Αλλά τον καλοδέχθηκε σαν συγγενή του άντρα της και κάποιον άνθρωπο μεσ' το σπίτι που θα μπορούσε να λέει δυο κουβέντες. Ο ξάδερφος ήταν σε όλα εντάξει. Και κουβάλημα ήξερε και ηλεκτρολογικά και υδραυλικά και σκάψιμο στον κήπο, απ΄όλα και ακούραστος, σωστό χρυσωρυχείο. Μέχρι να τελειώσει το εξοχικό ήτανε μόνιμος κάτοικος, μετά εξαφανίσθηκε. Οταν τον ρώτησε η γυναίκα του τι απέγινε, ο κύριος Μάκης της απάντησε "Σε παρακαλώ να μην ανακατεύεσαι με το σόϊ μου ".

Το αυτοκίνητό του ήταν σαν αντίγραφο του εαυτού του, ένα μεγαλομεσαίο πλέον μοντέλλο από την γκάμα μιας εταιρίας. Την πρώτη φορά που αγόρασε γιαπωνέζικο αμάξι δυο χιλιάδων κυβικών δήλωσε πως μ' αυτό το αμάξι θα γεράσει και πως είναι απείρως καλύτερο από το αντίστοιχο ακριβότερο γερμανικό μοντέλλο. Αυτό το αγόρασε δυο χρόνια μετά όταν άλλαξε εταιρία. Τώρα πλέον γι' αυτόν τα γερμανικά αυτοκίνητα είχαν κατακτήσει την κορυφή της τεχνολογίας, άσε που είχαν και καλύτερη τιμή μεταπώλησης. Πάντως ούτε για τα αυτοκίνητα παρασυρόταν σε πολύωρες κουβέντες. Δήλωνε απολύτως ικανοποιημένος από το μοντέλλο που είχε " Με αυτό θα γεράσω ", μόνο το "αυτό" άλλαζε κάθε φορά.

Για το ποδόσφαιρο δεν συζητούσε, δεν του το επέτρεπε η ταξική του συνείδηση ενώ κάθε μορφή τέχνης ήταν φανερά έξω από τα ενδιαφέροντά του. Παρακολουθούσε όμως τις κουβέντες των άλλων και είχε μια καλή συμβουλή όταν κάποιος έψαχνε ένα σπάνιο ανταλλακτικό και πάντα ήξερε που μπορούσε κάποιος να βρει φθηνότερα ένα προϊόν. Ηταν ένας άνθρωπος της πιάτσας ο κύριος Μάκης, φαινόταν στο σκληρό βλέμμα του. Αν η εξυπηρέτηση αφορούσε όμορφη γυναίκα ή τον άντρα της, πρόσθετε : "Χρησιμοποιείστε το όνομά μου. Θα σας κάνουν μια καλύτερη τιμή".

Στα γεύματα της εταιρίας δοκίμαζε τους πιο ακριβούς μεζέδες, εξ άλλου ιεραρχικά ήταν από τους πρώτους που πλησίαζαν τους μπουφέδες. Αρνιόταν όμως πεισματικά στην γυναίκα του το δικαίωμα να αγοράσει καραβίδες ή μπον φιλέ, ίσως να τον εμπόδιζε η ταξική του συνείδηση. Από την άλλη δεν ήταν και γευσιγνώστης ώστε να καταλάβει την διαφορά. "Σιγά τα λάχανα" της έλεγε "Δεν βλέπω για ποιόν λόγο πρέπει να δώσουμε τόσα λεφτά για φαΐ, δεν βγαίνουν εύκολα τα λεφτά" .

Ο κύριος Μάκης στην καριέρα του έμαθε καλά να διαχειρίζεται αυτό που αποκαλείται υπαλληλικό δυναμικό μιας εταιρίας. Πάντοτε μετέφερε στους ανωτέρους του την πίστη και προσωπολατρεία του κατώτερου προσωπικού και πάντα διαβεβαίωνε τους κατώτερους υπαλλήλους για το στοργικό ενδιαφέρον της διοίκησης της εταιρίας, γι' αυτούς και τις οικογένειές τους. Τα Χριστούγενννα, με τα ετήσια χρηματικά πρόστιμα των υπαλλήλων, αγόραζε δώρα για τα παιδιά τους και οργάνωνε την σχετική γιορτή. Δήλωνε σχετικά "Είμαστε όλοι σαν μιά μεγάλη οικογένεια".

Ο κύριος Μάκης είναι ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο στο κοινωνικό και εργασιακό του περιβάλλον. Εξακολουθεί να είναι καλοντυμένος και να διατηρείται σε φόρμα. Αποφεύγει τις μακροσκελείς πολιτικές συζητήσεις και τους ανώφελους σχολιασμούς περί τέχνης και ποδοσφαίρου. Ουδεμία αλλαγή στο πολιτικό ή εργασιακό χώρο είναι ικανή να αλλοιώσει την εικόνα του. Το είπε ξεκάθαρα μ' ένα γιουκαλίλι, την μοναδική φορά που μίλησε σχολιάζοντας τον εαυτόν του και μάλιστα σε ξένη γλώσσα, " He' s a well respected man".